facilidades - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

facilidades (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "facilidades" είναι ουσιαστικό και είναι ο πληθυντικός τύπος του "facilidad".

Φωνητική μεταγραφή

/fasi.liˈðaðes/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "facilidades" αναφέρεται σε ελαφρύνσεις, προνόμια ή υποδομές που διευκολύνουν την εκτέλεση μιας δραστηριότητας ή τη ζωή γενικότερα. Χρησιμοποιείται τόσο σε οικονομικούς όσο και σε νομικούς τομείς. Στη γλώσσα των Ισπανών, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά και αναφέρεται σε υποδομές όπως οι εγκαταστάσεις και οι υπηρεσίες που διευκολύνουν μια διαδικασία. Στην καθημερινότητα, μπορεί να χρησιμοποιείται και σε προφορικό και σε γραπτό λόγο, με ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στο γραπτό πλαίσιο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Las facilidades del centro de estudios son excelentes.
  2. Οι ευκολίες του κέντρου σπουδών είναι εξαιρετικές.

  3. El contrato incluye varias facilidades para los empleados.

  4. Ο συμβόλαιο περιλαμβάνει πολλές διευκολύνσεις για τους εργαζόμενους.

  5. Muchas empresas ofrecen facilidades de pago para sus clientes.

  6. Πολλές επιχειρήσεις προσφέρουν ευκολίες πληρωμής για τους πελάτες τους.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "facilidades" μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την ευκολία και την παροχή βοηθειών.

Παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων

  1. Ofrecer facilidades de acceso es fundamental para la inclusión.
  2. Η προσφορά ευκολιών πρόσβασης είναι θεμελιώδης για την ένταξη.

  3. Las facilidades gubernamentales pueden ayudar a los pequeños negocios.

  4. Οι διευκολύνσεις της κυβέρνησης μπορούν να βοηθήσουν τις μικρές επιχειρήσεις.

  5. Es importante tener en cuenta las facilidades de transporte en una nueva ciudad.

  6. Είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη οι ευκολίες μεταφοράς σε μια νέα πόλη.

  7. Este lugar cuenta con todas las facilidades para una estancia cómoda.

  8. Αυτός ο τόπος διαθέτει όλες τις ευκολίες για μια άνετη διαμονή.

  9. Las facilidades educativas han mejorado en los últimos años.

  10. Οι ευκολίες εκπαίδευσης έχουν βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "facilidad" προέρχεται από το λατινικό "facilitas", το οποίο σημαίνει "εύκολη", με τη ρίζα "facere", που σημαίνει "να κάνει" ή "να επιτύχει".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - comodidades (άνεση) - servicios (υπηρεσίες)

Αντώνυμα: - dificultades (δυσκολίες) - obstáculos (εμπόδια)



23-07-2024