Η λέξη "falla" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "falla" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /ˈfa.ʝa/.
Η λέξη "falla" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να περιγράψει μια καταστροφή, μια αποτυχία ή μια πτώση. Χρησιμοποιείται σε διάφορα πλαίσια, όπως π.χ. στην τρισδιάστατη αναπαράσταση, στη στρατηγική, ή και σε νομικά συμφραζόμενα, όπου αναφέρεται σε σφάλματα ή αδυναμίες. Ο βαθμός συχνότητας της χρήσης της εξαρτάται από το συμφραζόμενο, αλλά είναι πιο συνηθισμένη στον προφορικό λόγο, όπου οι ομιλητές εκφράζουν ενστικτωδώς τις αποτυχίες ή τις αδυναμίες τους.
La falla en el sistema causó muchos problemas.
(Η καταστροφή στο σύστημα προκάλεσε πολλά προβλήματα.)
Después de la falla, tuvimos que reiniciar el equipo.
(Μετά την αποτυχία, χρειάστηκε να επανεκκινήσουμε τον εξοπλισμό.)
La falla de la ley fue evidente durante el juicio.
(Η αδυναμία του νόμου ήταν προφανής κατά τη διάρκεια της δίκης.)
Η λέξη "falla" χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις:
No hay falla.
(Δεν υπάρχει πρόβλημα.)
Causó una falla en el plan.
(Προκάλεσε μια αποτυχία στο σχέδιο.)
Esto puede ser una falla de comunicación.
(Αυτό μπορεί να είναι μια αποτυχία επικοινωνίας.)
Si hay una falla, debemos resolverla rápido.
(Αν υπάρχει μια αποτυχία, πρέπει να την λύσουμε γρήγορα.)
Cuando hay falla, hay que aprender de los errores.
(Όταν υπάρχει αποτυχία, πρέπει να μάθουμε από τα λάθη.)
Las fallas técnicas son comunes en cualquier proyecto.
(Οι τεχνικές αποτυχίες είναι κοινές σε οποιοδήποτε έργο.)
Η λέξη "falla" προέρχεται από τη λατινική λέξη "fallere", που σημαίνει "αποτυγχάνω" ή "παραπλανώ". Η εξελικτική πορεία της λέξης δείχνει την προσοχή στο θέμα των αποτυχιών και των σφαλμάτων στην ανθρώπινη εμπειρία.
Συνώνυμα: - error (σφάλμα) - defecto (ελάττωμα) - falla técnica (τεχνική αποτυχία)
Αντώνυμα: - éxito (επιτυχία) - acierto (σωστός) - logro (επίτευγμα)