fallecer - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

fallecer (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

fallecer: ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/fa.le.ˈθeɾ/ (Ισπανικά κέντρο - Ισπανία)

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη fallecer χρησιμοποιείται στα Ισπανικά για να αναφερθεί στη διαδικασία του θανάτου. Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε επίσημα ή γραπτά πλαίσια παρά σε καθημερινές συνομιλίες. Αποτελεί μια πιο φινέτσα και σεβαστική εναλλακτική στον προφορικό λόγο για τη λέξη morir (να πεθάνω).

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Después de una larga enfermedad, decidió fallecer en paz.
  2. Μετά από μια μακρά ασθένεια, αποφάσισε να πεθάνει με ηρεμία.

  3. La tristeza invadió a la familia tras fallecer el abuelo.

  4. Η θλίψη κατέκλυσε την οικογένεια μετά τον θάνατο του παππού.

  5. Muchos se reunieron para recordar a quien falleció el año pasado.

  6. Πολλοί συγκεντρώθηκαν για να θυμηθούν αυτόν που πέθανε πέρυσι.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη fallecer δεν είναι ιδιαίτερα συχνή σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο συνδυάζεται με άλλες φράσεις για να εκφράσει σεβασμό για τον θάνατο.

  1. Fallecer en su cama - πεθαίνω στο κρεβάτι
  2. Él prefería fallecer en su cama, rodeado de su familia.
  3. Αυτός προτιμούσε να πεθάνει στο κρεβάτι του, περικυκλωμένος από την οικογένειά του.

  4. Fallecer a una edad temprana - πεθαίνω σε νεαρή ηλικία

  5. Es triste ver a alguien fallecer a una edad tan temprana.
  6. Είναι λυπηρό να βλέπεις κάποιον να πεθαίνει σε τόσο νεαρή ηλικία.

  7. Fallecer en circunstancias trágicas - πεθαίνω υπό τραγικές συνθήκες

  8. El periodista falleció en circunstancias trágicas mientras cubría un conflicto.
  9. Ο δημοσιογράφος πέθανε υπό τραγικές συνθήκες ενώ κάλυπτε μια σύγκρουση.

Ετυμολογία

Η λέξη fallecer προέρχεται από τη λατινική λέξη fallere, που σημαίνει "να αποτύχει" ή "να παραλείψει". Στην πορεία χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει την έννοια του θανάτου.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - morir - expirar - perecer

Αντώνυμα: - nacer (να γεννηθεί) - vivir (να ζήσει)

Η λέξη fallecer αποπνέει σοβαρότητα και σεβασμό όταν χρησιμοποιείται και είναι κατάλληλη σε πιο επίσημα ή ευαίσθητα θέματα θανάτου.



22-07-2024