falta - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

falta (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου:

Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη "falta" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή:

falta /ˈfalta/

Μετάφραση:

Σημασία/Χρήση:

Η λέξη "falta" σημαίνει "έλλειψη" ή "απουσία" στα ισπανικά. Χρησιμοποιείται σε πολλούς τομείς για να δηλώσει έλλειψη κάτι ή απουσία μιας ουσίας. Η λέξη "falta" χρησιμοποιείται εξίσου στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.

Παραδειγματικές Φράσεις:

  1. No hay falta de empatía en su discurso. (Δεν υπάρχει έλλειψη ενσυναίσθησης στον λόγο του.)
  2. El equipo perdió el partido por falta de concentración. (Η ομάδα έχασε τον αγώνα λόγω έλλειψης συγκέντρωσης.)

Ετυμολογία:

Η λέξη "falta" προέρχεται από τα λατινικά, από τη λέξη "fallĕre" που σημαίνει "αποτύχνω".

Συνώνυμα/Αντώνυμα:



3