Η λέξη "faltas" είναι ουσιαστικό στον πληθυντικό αριθμό της λέξης "falta".
/fal.tas/
Η λέξη "faltas" αναφέρεται σε ελλείψεις, λάθη ή παραλείψεις. Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς όπως η εκπαίδευση (αναφερόμενη σε λάθη γραφής ή απουσίες), αλλά και σε άλλα περιβάλλοντα όπως η εργασία ή οι αθλητικές δραστηριότητες. Είναι πιο συχνά παρατηρούμενη στον γραπτό λόγο, αλλά χρησιμοποιείται και στον προφορικό.
Οι ορθογραφικές ελλείψεις στην εξέταση θα τιμωρηθούν.
El profesor me corrigió las faltas en mi tarea.
Ο καθηγητής μου διόρθωσε τις παραλείψεις στην εργασία μου.
Debemos identificar las faltas en el informe antes de enviarlo.
Η λέξη "faltas" είναι επίσης παρούσα σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:
Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε ελλείψεις. (Εννοεί ότι πρέπει να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα)
Cometí muchas faltas en el partido.
Έκανα πολλά λάθη στο παιχνίδι. (Αναφέρεται σε κακή απόδοση)
Si hay faltas, hay que reconocerlas.
Αν υπάρχουν λάθη, πρέπει να τα αναγνωρίσουμε.
Las faltas son una oportunidad para aprender.
Οι παραλείψεις είναι μια ευκαιρία για μάθηση.
Detectar faltas es parte del proceso de mejora.
Η λέξη "falta" προέρχεται από το λατινικό "fallere", που σημαίνει "παραλείπω" ή "ξεγελάω". Η ανάπτυξή της στα Ισπανικά έχει διατηρήσει την έννοια της απουσίας ή του λάθους.