familiaridad - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

familiaridad (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ο όρος "familiaridad" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι: /familiɾiˈðað/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση στη Γλώσσα Ισπανικά

Η λέξη "familiaridad" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την αίσθηση ή την κατάσταση της οικειότητας ή της στενής επαφής με κάποιον ή κάτι. Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά στην καθημερινή γλώσσα και είναι πιο σύνηθες να τη συναντήσουμε σε προφορικό λόγο, αλλά και σε γραπτά κείμενα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. La familiaridad entre los amigos es esencial para una buena relación.
    (Η οικειότητα μεταξύ φίλων είναι απαραίτητη για μια καλή σχέση.)

  2. Siento una gran familiaridad con este lugar, como si hubiera estado aquí antes.
    (Νιώθω μια μεγάλη οικειότητα με αυτό το μέρος, σαν να ήμουν εδώ πριν.)

  3. La familiaridad con los procedimientos ayuda a aumentar la eficiencia.
    (Η γενική γνώση των διαδικασιών βοηθάει στην αύξηση της αποτελεσματικότητας.)

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "familiaridad" χρησιμοποιείται και σε ιδιωματικές εκφράσεις που αναφέρονται στην οικειότητα και την άνεση σε διάφορες καταστάσεις.

  1. Tener familiaridad con alguien
    (Να έχεις οικειότητα με κάποιον.)
    Siempre debemos tener familiaridad con nuestros colegas en el trabajo.
    (Πάντα πρέπει να έχουμε οικειότητα με τους συναδέλφους μας στη δουλειά.)

  2. Familiaridad de trato
    (Οικειότητα στη συναλλαγή.)
    La familiaridad de trato en la familia es fundamental para la convivencia.
    (Η οικειότητα στη συναλλαγή στην οικογένεια είναι θεμελιώδης για τη συγκατοίκηση.)

  3. Familiaridad con la cultura local
    (Γνώση της τοπικής κουλτούρας.)
    El viajero debe tener familiaridad con la cultura local para disfrutar plenamente de la experiencia.
    (Ο ταξιδιώτης πρέπει να έχει γνώση της τοπικής κουλτούρας για να απολαύσει πλήρως την εμπειρία.)

  4. Hablar con familiaridad
    (Μιλάω με οικειότητα.)
    Es importante hablar con familiaridad cuando te diriges a tus amigos.
    (Είναι σημαντικό να μιλάς με οικειότητα όταν απευθύνεσαι στους φίλους σου.)

Ετυμολογία

Η λέξη "familiaridad" προέρχεται από το επίθετο "familiar", το οποίο σημαίνει "οικείος" ή "γνωστός", και τον καταλήκτη "-idad", που σχηματίζει ουσιαστικά που εκφράζουν κατάσταση ή ποιότητα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Oquedad - Conocimiento - Intimidad

Αντώνυμα:
- Desconocimiento - Distancia - Desconexión



23-07-2024