Η λέξη "fantasma" είναι ουσιαστικό.
/fanˈtasma/
Η λέξη "fantasma" χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια αόρατη οντότητα ή το πνεύμα ενός νεκρού ανθρώπου, συχνά συνδεδεμένη με παραφυσικές αντιλήψεις. Στα Ισπανικά, η λέξη χρησιμοποιείται και σε μεταφορικό επίπεδο για να αναφερθεί σε κάτι που είναι απρόσιτο ή ανύπαρκτο, όπως οι μνήμες ή οι φόβοι.
Συχνότητα χρήσης: Η λέξη "fantasma" χρησιμοποιείται συχνά και στους δύο λόγους (προφορικό και γραπτό), αλλά μπορεί να θεωρηθεί πιο κοινή σε λογοτεχνικά και κινηματογραφικά συμφραζόμενα.
Το φάντασμα του κάστρου τρομοκρατούσε τους επισκέπτες.
Muchos dicen que han visto un fantasma en la antigua escuela.
Η λέξη "fantasma" χρησιμοποιείται επίσης σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
Μετάφραση: Να είσαι φάντασμα.
Ver fantasmas.
Μετάφραση: Να βλέπεις φαντάσματα.
Tengo un fantasma en mi pasado.
Η λέξη "fantasma" προέρχεται από το λατινικό "phantasma," που σημαίνει "εικόνα" ή "φαντασία," το οποίο είναι δανεισμένο από το ελληνικό "φάντασμα" (phantasma).
Συνώνυμα: - Espíritu (πνεύμα) - Aparición (εμφάνιση)
Αντώνυμα: - Realidad (πραγματικότητα) - Presencia (παρουσία)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τη λέξη "fantasma" στη γλώσσα Ισπανικά.