farol - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

farol (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "farol" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

[faɾol]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "farol" αναφέρεται κυρίως σε ένα είδος φωτεινού σώματος ή φωτιάς που χρησιμεύει για να φωτίσει ή να καθοδηγήσει. Συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει φανάρια, λαμπτήρες ή φακούς που είναι ειδικά σχεδιασμένα για εξωτερική χρήση. Στα ισπανικά, η λέξη χρησιμοποιείται ευρέως τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. El farol en la calle está roto. Το φανάρι στον δρόμο είναι σπασμένο.

  2. Ella usó un farol para iluminar el camino. Χρησιμοποίησε ένα φακό για να φωτίσει το μονοπάτι.

  3. El barco tiene un farol en la proa. Το πλοίο έχει ένα φανάρι στην πλώρη.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "farol" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "farol" προέρχεται από το ισπανικό "farole", το οποίο έχει ρίζες από το λατινικό "pharellum", που σημαίνει "φως".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Foco (φωτιστικό) - Lámpara (λάμπα)

Αντώνυμα: - Oscuridad (σκοτάδι) - Noche (νύχτα)



22-07-2024