Το "farolillo" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "farolillo" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: [faɾoˈliʎo].
Η λέξη "farolillo" αναφέρεται σε ένα μικρό φανάρι, συχνά χρησιμοποιούμενο για διακόσμηση ή για φωτισμό σε εξωτερικούς χώρους. Μπορεί να βρεθεί σε διάφορες μορφές, συμπεριλαμβανομένων των φαναριών που κρέμονται ή τοποθετούνται σε τραπέζια. Χρησιμοποιείται και στους δύο τύπους λόγου, αν και είναι πιο συχνά σε προφορικές καταστάσεις.
Los farolillos en la fiesta iluminaban el jardín.
(Τα φαναράκια στη γιορτή φώτιζαν τον κήπο.)
Colgamos farolillos de papel en la celebración.
(Κρεμάσαμε φαναράκια από χαρτί στη γιορτή.)
Μερικές ιδιωματικές εκφράσεις που περιλαμβάνουν τη λέξη "farolillo" είναι:
Andar como un farolillo
: Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που περπατά με ενοχλητικό ή παράξενο τρόπο.
(Να περπατά σαν μικρό φανάρι.)
No ver más allá de un farolillo
: Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ότι κάποιος έχει περιορισμένη οπτική ή είναι στενόμυαλος.
(Δεν βλέπει πέρα από ένα μικρό φανάρι.)
Tener un farolillo en la cabeza
: Αναφέρεται σε κάποιον που έχει περίεργες ή ανόητες ιδέες.
(Έχει ένα φαναράκι στο κεφάλι.)
Η λέξη "farolillo" προέρχεται από τη λέξη "farol", που σημαίνει φανάρι, με την προσθήκη του υποκοριστικού "-illo", που χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να δηλώσει κάτι μικρό ή αγαπησιάρικο.
Συνώνυμα: - farol - luz - lámpara
Αντώνυμα: - oscuridad (σκοτάδι) - tinieblas (σκοτεινιά)