Fase είναι ένα ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "fase" είναι [ˈfase].
Η λέξη "fase" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα στάδιο ή μία κατάσταση σε μια διαδικασία ή ανάπτυξη. Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς, όπως η ιατρική, η ψυχολογία και η φυσική, για να αναφερθούν σε στάδια της θεραπείας, της διάγνωσης ή των φυσικών φαινομένων. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι αρκετά υψηλή και χρησιμοποιείται σε γραπτό και προφορικό λόγο.
Η φάση της διάγνωσης είναι κρίσιμη για τη θεραπεία.
Estamos en la fase inicial del proyecto.
Είμαστε στην αρχική φάση του έργου.
Es importante evaluar cada fase del proceso.
Η λέξη "fase" χρησιμοποιείται επίσης σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα.
Να βρίσκεσαι σε μια φάση αβεβαιότητας.
Cada fase tiene sus retos.
Κάθε φάση έχει τις προκλήσεις της.
Pasar de una fase a otra.
Να περάσεις από τη μία φάση στην άλλη.
No te quedes estancado en esta fase.
Μη μείνεις κολλημένος σε αυτή τη φάση.
Es normal tener altibajos en cada fase de la vida.
Η λέξη "fase" προέρχεται από τα λατινικά "phāsa", που σημαίνει στάδιο ή κατάσταση.
Συνώνυμα: - etapa (στάδιο) - estado (κατάσταση)
Αντώνυμα: - totalidad (ολότητα) - conclusión (συμπέρασμα)