Το "Charcot-Marie" είναι ένα ρήμα που προέρχεται από τα ονόματα δύο γιατρών που περιέγραψαν τη νόσο: Jean-Martin Charcot και Pierre Marie.
Φωνητική μεταγραφή: [ʃaʁˈkoˈmaʁi]
Στα Ελληνικά, το "Charcot-Marie" μεταφράζεται ως "Σύνδρομο Charcot-Marie".
Το σύνδρομο Charcot-Marie είναι μια ομάδα γενετικών διαταραχών που επηρεάζουν το νεύρωμα και προκαλούν περιφερική νευροπάθεια. Χαρακτηρίζεται από μυϊκή αδυναμία και απώλεια αισθητικής στα πόδια και τα χέρια.
Η λέξη πηγάζει από τα ονόματα δύο γιατρών που την περιέγραψαν: του Jean-Martin Charcot και του Pierre Marie.
Δεν υπάρχουν συνώνυμα ή αντώνυμα για το "Charcot-Marie". Είναι ένας συγκεκριμένος ιατρικός όρος που αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη πάθηση.