fianza - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

fianza (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "fianza" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "fianza" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι /fjanθa/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "fianza" αναφέρεται σε μια συμφωνία ή έναν μηχανισμό που διασφαλίζει μια υποχρέωση ή μια συμφωνία. Χρησιμοποιείται σε νομικές και οικονομικές καταστάσεις, όπου απαιτείται η παροχή εγγύησης για την εκπλήρωση μιας υποχρέωσης. Η λέξη χρησιμοποιείται με σχετική συχνότητα στο γραπτό και προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε νομικά και οικονομικά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La fianza se requiere para asegurar el alquiler de la vivienda.
    (Η εγγύηση απαιτείται για να διασφαλίσει την ενοικίαση της κατοικίας.)

  2. Cuando firmé el contrato, tuve que pagar una fianza significativa.
    (Όταν υπέγραψα τη σύμβαση, έπρεπε να πληρώσω μία σημαντική εγγύηση.)

Ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη "fianza"

  1. Hacer fianza sobre algo
    (Κάνω εγγύηση για κάτι)
  2. Es importante hacer fianza sobre la entrega del proyecto.
    (Είναι σημαντικό να κάνω εγγύηση για την παράδοση του έργου.)

  3. Quedar en fianza
    (Μένω σε εγγύηση)

  4. Quedamos en fianza de que el pago se realizará a tiempo.
    (Μείναμε σε εγγύηση ότι η πληρωμή θα πραγματοποιηθεί εγκαίρως.)

  5. Pagar una fianza
    (Πληρώνω μία εγγύηση)

  6. Tuve que pagar una fianza para liberar al detenido.
    (Έπρεπε να πληρώσω μία εγγύηση για να απελευθερωθεί ο κρατούμενος.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "fianza" προέρχεται από το λατινικό "fidantia", που σχετίζεται με την έννοια της πίστης ή της εγγύησης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- garantía (εγγύηση)
- caución (κατάθεση)

Αντώνυμα:
- riesgo (κίνδυνος)
- inseguridad (ανασφάλεια)

Αυτές οι πληροφορίες θα σας βοηθήσουν να κατανοήσετε καλύτερα τη χρήση και τη σημασία της λέξης "fianza" στη γλώσσα Ισπανικά.



22-07-2024