ficha - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

ficha (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

ficha: Ουσιαστικό (feminine)

Φωνητική μεταγραφή

/fika/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "ficha" χρησιμοποιείται στα Ισπανικά για να αναφερθεί σε ένα έγγραφο ή μια κάρτα, συνήθως που περιέχει δεδομένα ή πληροφορίες για κάτι συγκεκριμένο, όπως μια βάση δεδομένων ή μια σημείωση. Είναι πολύ συχνή στη γραπτή επικοινωνία, αλλά μπορεί να χρησιμοποιείται και στον προφορικό λόγο. Η συχνότητά της είναι μέτρια προς υψηλή, ανάλογα με το πλαίσιο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La ficha contiene información importante sobre el paciente.
    Η κάρτα περιέχει σημαντικές πληροφορίες για τον ασθενή.

  2. Debes rellenar la ficha de inscripción para participar en el curso.
    Πρέπει να συμπληρώσεις το έντυπο εγγραφής για να συμμετάσχεις στο μάθημα.

  3. Guarda la ficha en el archivo para futuras referencias.
    Αποθήκευσε το φάκελο στο αρχείο για μελλοντικές αναφορές.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "ficha" εμφανίζεται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στην καθημερινή γλώσσα.

  1. Tener la ficha completa.
    Να έχεις την πλήρη κάρτα.
    (Σημαίνει να έχεις όλες τις απαραίτητες πληροφορίες ή στοιχεία για κάτι).

  2. Hacer ficha para alguien.
    Να φτιάξεις κάρτα για κάποιον.
    (Σημαίνει να καταγράψεις πληροφορίες ή να κάνεις μια αναφορά για κάποιον).

  3. Estar en la ficha del sistema.
    Να είσαι στην κάρτα του συστήματος.
    (Σημαίνει να είσαι καταχωρημένος ή να έχεις αναγνωριστεί σε ένα σύστημα δεδομένων).

  4. Sacar una ficha.
    Να βγάλεις μια κάρτα.
    (Σημαίνει να καταγράψεις ή να σημειώσεις κάτι).

Ετυμολογία

Η λέξη "ficha" προέρχεται από το λατινικό "ficha", το οποίο σημαίνει "φυλλάδιο" ή "καρτέλα", και έχει εξελιχθεί στη σύγχρονη ισπανική γλώσσα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - tarjeta (κάρτα) - formulario (έντυπο) - hoja (φύλλο)

Αντώνυμα: - desorden (ακαταστασία) - vacío (κενό)



22-07-2024