Η λέξη "fiduciario" είναι ουσιαστικό και χρησιμοποιείται στον τομέα της οικονομίας και του δικαίου.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: [fiduˈθjaɾjo] (στα Ισπανικά, η προφορά μπορεί να ποικίλει ελαφρώς ανάλογα με την περιοχή).
Η λέξη "fiduciario" αναφέρεται σε ένα άτομο ή οργανισμό που έχει εμπιστευτεί ή αναλάβει να διαχειριστεί περιουσία ή συμφέροντα άλλων ανθρώπων. Στον τομέα του δικαίου, αυτός ο όρος χρησιμοποιείται για να υπονοήσει τη νομική ευθύνη να ενεργεί προς το συμφέρον του εντολέα.
Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή στον γραπτό λόγο σχετικών νομικών κειμένων και οικονομικών αναφορών. Ωστόσο, μπορεί να εμφανιστεί και σε προφορικές συζητήσεις, κυρίως στον τομέα των οικονομικών και των νομικών.
Ο εντολοδόχος οφείλει να ενεργεί προς το καλύτερο συμφέρον των δικαιούχων.
Es importante elegir un fiduciario de confianza para la administración de tus bienes.
Η λέξη "fiduciario" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως στον τομέα της οικονομίας και του δικαίου.
Η υποχρέωση του εντολοδόχου είναι θεμελιώδης στις εμπορικές σχέσεις.
Un fiduciario que incumple su deber puede ser llevado a juicio.
Ένας εντολοδόχος που παραβαίνει την υποχρέωσή του μπορεί να πάει σε δίκη.
La confianza en un fiduciario es clave para una buena administración patrimonial.
Η λέξη "fiduciario" προέρχεται από τη λατινική λέξη "fiducia", που σημαίνει "εμπιστοσύνη". Η έννοια του όρου έχει διατηρηθεί μέσα στους αιώνες, υποδηλώνοντας τη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ του εντολέα και του εντολοδόχου.
Συνώνυμα: - confianzudo: αξιόπιστος - encargado: υπεύθυνος - administrador: διαχειριστής
Αντώνυμα: - desleal: άπιστος - deshonesto: ανέντιμος
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση της λέξης "fiduciario" στο πλαίσιο της οικονομίας, του δικαίου και των χρηματοοικονομικών.