Η λέξη "filamento" είναι ένα ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: /fi.laˈmen.to/
Η λέξη "filamento" αναφέρεται σε ένα λεπτό και μακρύ κομμάτι ύλης ή νήματος. Χρησιμοποιείται σε πολλές περιοχές, όπως στη βιολογία για να περιγράψει μικροσκοπικά νήματα, στις ηλεκτρονικές για καλώδια ή εξαρτήματα, καθώς και στη ιατρική για πιο εξειδικευμένες καταστάσεις. Χρησιμοποιείται σχετικά συχνά, και μπορεί να παρατηρηθεί και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.
El filamento de la bombilla se rompió.
(Το νήμα της λάμπας έσπασε.)
Los científicos estudiaron el filamento en el laboratorio.
(Οι επιστήμονες μελέτησαν το νήμα στο εργαστήριο.)
El filamento de la célula es fundamental para su estructura.
(Το νήμα του κυττάρου είναι θεμελιώδες για τη δομή του.)
Η λέξη "filamento" χρησιμοποιείται λιγότερο σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις:
Cortar el filamento: που σημαίνει να διακόψετε κάτι σημαντικό ή να τερματίσετε μια διαδικασία.
(Είναι ώρα να κόψουμε το νήμα και να προχωρήσουμε σε νέες ευκαιρίες.)
Estar en el filamento: αναφέρεται σε κάποια επικίνδυνη κατάσταση ή να βρίσκεστε σε τεντωμένο νήμα.
(Αυτή η κατάσταση είναι como estar en el filamento, muy delicada.)
Filamento de conexiones: σημαίνει τις σχέσεις ή τις συνδέσεις μεταξύ ανθρώπων ή ομάδων.
(Las comunidades están construidas sobre un filamento de conexiones fuertes.)
Η λέξη "filamento" προέρχεται από το λατινικό "filamentum", το οποίο προέρχεται από τη ρίζα "filare", που σημαίνει "να γνέθω".
Συνώνυμα: - Nudo - Hilo - Cable
Αντώνυμα: - Bloque - Masa - Sólido
Αυτό περιλαμβάνει μια πλήρη ανάλυση της λέξης "filamento", όπως ζητήθηκε.