Η λέξη "fin" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "fin" είναι /fin/.
Η λέξη "fin" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - τέλος - άκρο - χρηματοοικονομικό (σε νομικά ή οικονομικά συμφραζόμενα)
Η λέξη "fin" στα Ισπανικά σημαίνει "τέλος" ή "φινάλε". Χρησιμοποιείται σε ποικίλα συμφραζόμενα, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Η συχνότητά της είναι υψηλή στην Ισπανική γλώσσα, καθώς αναφέρεται συχνά σε καταστάσεις που υποδεικνύουν την ολοκλήρωση μιας διαδικασίας ή έργου.
Παραδείγματα προτάσεων:
1. El fin de la película fue sorprendente.
Η τέλος της ταινίας ήταν εκπληκτικό.
Η λέξη "fin" εμφανίζεται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
Llegar al fin de la cuestión.
Να φτάσουμε στο τέλος του ζητήματος.
Hacer algo hasta el fin.
Να κάνεις κάτι μέχρι το τέλος.
Estar en el fin del mundo.
Να είσαι στο τέλος του κόσμου (όσον αφορά το ότι βρίσκεσαι σε απομακρυσμένη περιοχή).
No hay fin para este problema.
Δεν υπάρχει τέλος σε αυτό το πρόβλημα.
La vida es un viaje sin fin.
Η ζωή είναι ένα ταξίδι χωρίς τέλος.
Η λέξη "fin" προέρχεται από τα Λατινικά "finis", που σημαίνει "τέλος" ή "όριο". Η εξέλιξή της στη σημερινή Ισπανική γλώσσα διατήρησε ουσιαστικά την αρχαία σημασία της.
término (τέρμα)
Αντώνυμα: