financiar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

financiar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

financiar (ρήμα)

Φωνητική μεταγραφή

/finaθiˈaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη financiar σημαίνει να παρέχεις χρήματα, κεφάλαια ή πόρους για ένα έργο, μια επιχείρηση ή οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη στους τομείς της οικονομίας και του δικαίου. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι υψηλή, ειδικά σε οικονομικά και νομικά κείμενα, ενώ χρησιμοποιείται επίσης και στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων: - El banco decidió financiar el nuevo proyecto.
(Η τράπεζα αποφάσισε να χρηματοδοτήσει το νέο έργο.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη financiar χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά, όπως:

Ετυμολογία

Η λέξη financiar προέρχεται από το γαλλικό financer, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το λατινικό financia, που σημαίνει «χρήμα» ή «κεφάλαιο».

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - subvencionar (να επιχορηγήσεις) - patrocinar (να χορηγήσεις)

Αντώνυμα: - retirar fondos (να αποσύρεις κεφάλαια) - desinvertir (να αποεπενδύσεις)



23-07-2024