fingir - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

fingir (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "fingir" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/finˈxiɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "fingir" χρησιμοποιείται στα Ισπανικά για να δηλώσει την πράξη του να προσποιείται ή να υποκρίνεται κάτι. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, δεδομένου ότι χρησιμοποιείται τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο. Στον προφορικό λόγο, μπορεί να εμφανίζεται πιο συχνά σε καθημερινές συζητήσεις, ενώ στο γραπτό πλαίσιο χρησιμοποιείται σε λογοτεχνία, άρθρα και νομικά έγγραφα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Ella finge que está enferma para no ir a la escuela.
    (Αυτή προσποιείται ότι είναι άρρωστη για να μην πάει στο σχολείο.)

  2. No se puede fingir amor si no lo sientes de verdad.
    (Δεν μπορείς να προσποιηθείς την αγάπη αν δεν την αισθάνεσαι πραγματικά.)

  3. El actor finge sus emociones de manera increíble.
    (Ο ηθοποιός προσποιείται τα συναισθήματά του με εκπληκτικό τρόπο.)

Ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη "fingir"

  1. Fingir demencia.
    (Προσποιούμαι ότι δεν καταλαβαίνω.)
    "A veces es mejor fingir demencia que entrar en una discusión."
    (Ορισμένες φορές είναι καλύτερα να προσποιείσαι ότι δεν καταλαβαίνεις παρά να μπλέκεσαι σε συζήτηση.)

  2. Fingir un accidente.
    (Προσποιούμαι ένα ατύχημα.)
    "Algunas personas fingen un accidente para obtener beneficios."
    (Ορισμένοι άνθρωποι προσποιούνται ένα ατύχημα για να αποκτήσουν ωφέλη.)

  3. No hay que fingir.
    (Δεν χρειάζεται να προσποιούμαστε.)
    "En una relación verdadera, no hay que fingir."
    (Σε μια αληθινή σχέση, δεν χρειάζεται να προσποιούμαστε.)

  4. Fingir que no pasa nada.
    (Προσποιούμαι ότι δεν συμβαίνει τίποτα.)
    "Aunque hay problemas, ella finge que no pasa nada."
    (Παρόλο που υπάρχουν προβλήματα, αυτή προσποιείται ότι δεν συμβαίνει τίποτα.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "fingir" προέρχεται από τη λατινική λέξη "fingere", η οποία σημαίνει "να διαμορφώσω" ή "να δημιουργήσω". Από το "fingere" προέρχονται και άλλες λέξεις σε διάφορες γλώσσες που σχετίζονται με την έννοια της δημιουργίας ή της προσποίησης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - aparentar (να φαίνεται) - simular (να προσομοιώνει)

Αντώνυμα: - ser genuino (να είσαι γνήσιος) - ser auténtico (να είσαι αυθεντικός)



22-07-2024