flagelar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

flagelar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "flagelar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/flagɛˈlaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "flagelar" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη του να χτυπάς ή να μαστιγώνεις κάποιον ή κάτι, συχνά με σκοπό την τιμωρία ή τη βία. Στην Ισπανική γλώσσα, είναι σχετικά συχνά χρησιμοποιούμενη σε προφορικές και γραπτές επικοινωνίες. Συνήθως συνδέεται με τις έννοιες της βίας και της τιμωρίας.

Προτασιακές παραδείγματα

  1. El verdugo decidió flagelar al prisionero por sus crímenes.
  2. Ο δήμιος αποφάσισε να μαστιγώσει τον φυλακισμένο για τα εγκλήματά του.

  3. No es justo flagelar a alguien por un error menor.

  4. Δεν είναι δίκαιο να χτυπάς κάποιον για ένα μικρό λάθος.

  5. Algunas culturas antiguas creían que flagelar el cuerpo purificaba el alma.

  6. Ορισμένες αρχαίες κουλτούρες πίστευαν ότι το χτύπημα του σώματος καθάριζε την ψυχή.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "flagelar" δεν έχει πολλές κοινές ιδιωματικές εκφράσεις, όμως αναφέρεται σε καταστάσεις που σχετίζονται με τιμωρία ή βάσανα.

Προτασιακές παραδείγματα με ιδιωματικές εκφράσεις

  1. A veces hay que flagelar la conciencia para darnos cuenta de nuestros errores.
  2. Μερικές φορές πρέπει να χτυπήσουμε τη συνείδησή μας για να συνειδητοποιήσουμε τα λάθη μας.

  3. Flagelarse por el pasado no solucionará nada.

  4. Το να μαστιγώνουμε τον εαυτό μας για το παρελθόν δεν θα λύσει τίποτα.

  5. No deberías flagelar tu mente con pensamientos negativos.

  6. Δεν θα πρέπει να βασανίζεις το μυαλό σου με αρνητικές σκέψεις.

Ετυμολογία

Η λέξη "flagelar" προέρχεται από το λατινικό "flagellare", το οποίο σημαίνει "να χτυπάς" ή "να μαστιγώνεις".

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024