Flaqueza είναι ουσιαστικό (feminine noun).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης flaqueza στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /flakeθa/
Η λέξη flaqueza αναφέρεται γενικά στην κατάσταση της αδυναμίας ή της έλλειψης αντοχής. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει φυσική ή ψυχολογική αδυναμία, καθώς και μεταφορικά για αδυναμίες χαρακτήρα ή ελαττώματα. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η λέξη είναι σχετικά συχνή και χρησιμοποιείται και στον προφορικό και στο γραπτό λόγο.
La flaqueza del lado del cuerpo es preocupante.
(Η αδυναμία από τη μεριά του σώματος είναι ανησυχητική.)
Para crecer, debes trabajar en tus flaquezas.
(Για να εξελιχθείς, πρέπει να δουλέψεις τις αδυναμίες σου.)
Su flaqueza emocional le impide tomar decisiones.
(Η συναισθηματική του αδυναμία του απαγορεύει να παίρνει αποφάσεις.)
Στα Ισπανικά, η λέξη flaqueza μπορεί να εμφανίζεται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις:
Su flaqueza es la envidia.
(Η αδυναμία του είναι η ζήλια.)
Hay que reconocer la flaqueza de su estrategia.
(Πρέπει να αναγνωρίσουμε την αδυναμία της στρατηγικής του.)
No muestres tu flaqueza frente a los demás.
(Μη δείχνεις την αδυναμία σου μπροστά στους άλλους.)
Η λέξη flaqueza προέρχεται από το επίθετο flaco, που σημαίνει "αδύνατος" ή "λεπτός", συν το κατάληξη -eza, που χρησιμοποιείται για να σχηματίσει ουσιαστικά που δηλώνουν κατάσταση ή ποιότητα.
Συνώνυμα: - debilidad (αδυναμία) - fragilidad (ευθραυστότητα) - inseguridad (ανασφάλεια)
Αντώνυμα: - fortaleza (δύναμη) - solidez (σταθερότητα) - seguridad (ασφάλεια)