Η λέξη "fresco" είναι ένα ουσιαστικό και επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "fresco" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /ˈfɾes.ko/
Η λέξη "fresco" χρησιμοποιείται κυρίως για να αναφερθεί στη μέθοδο ζωγραφικής στους τοίχους ή τα ταβάνια, όπου χρώματα αναμιγνύονται με την υγρή ασβέστη και εφαρμόζονται σε φρέσκο σοβά. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η λέξη χρησιμοποιείται στα πλαίσια της τέχνης και της αρχιτεκτονικής, και μπορεί να αναφέρεται και σε κάτι που είναι καινούργιο ή φρέσκο, ενώ είναι και συχνά χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο.
Το φρέσκο στη μητρόπολη είναι εντυπωσιακό.
Me gusta el fresco de frutas que preparaste.
Μου αρέσει το φρέσκο φρούτων που ετοίμασες.
El clima fresco de la montaña es refrescante.
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι σε πολύ καλή κατάσταση ή διάθεση.
Ver las cosas en fresco.
Αναφέρεται στο να έχεις μια νέα ή καθαρή προοπτική για καταστάσεις.
Echar un vistazo fresco.
Η λέξη "fresco" προέρχεται από το λατινικό "frescus", που σημαίνει "φρέσκος" ή "νέος". Η ρίζα αυτή είναι κοινή σε πολλές ρομανικές γλώσσες.
Συνώνυμα: - nuevo (νέος) - reciente (πρόσφατος)
Αντώνυμα: - viejo (παλιός) - usado (χρησιμοποιημένος)