Friolero είναι ουσιαστικό και επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου:
/fɾi.oˈle.ɾo/
Η λέξη friolero αναφέρεται σε κάποιον που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος στο κρύο, δηλαδή σε έναν άνθρωπο που δεν αντέχει το κρύο και συχνά νιώθει δροσιά ακόμα και σε ήπιες καιρικές συνθήκες. Χρησιμοποιείται συχνά για να υποδηλώσει την ευαισθησία ενός ατόμου στο κρύο.
Η λέξη χρησιμοποιείται σε καθημερινές συζητήσεις, κι αυτό σημαίνει ότι η χρήση της είναι συνήθως προφορική, αν και μπορεί να συναντηθεί και σε πιο γραπτές μορφές λόγου.
Soy un poco friolero, así que siempre llevo una chaqueta en invierno.
(Είμαι λίγο παγωμένος, γι' αυτό πάντα παίρνω ένα μπουφάν τον χειμώνα.)
No te preocupes por el frío, ¡a mí no me gusta ser friolero!
(Μη σε απασχολεί το κρύο, δεν μου αρέσει να είμαι παγωμένος!)
Ella es muy friolera, siempre se queja del frío.
(Αυτή είναι πολύ ευαίσθητη στο κρύο, πάντα παραπονιέται για το κρύο.)
Η λέξη friolero δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδέεται με χαρακτηριστικά και συμπεριφορές σχετικές με το κρύο. Ωστόσο, ακολουθούν ορισμένες παραδείγματα με χρήση του.
No seas tan friolero, el frío no es tan intenso.
(Μη γίνεσαι τόσο παγωμένος, το κρύο δεν είναι τόσο έντονο.)
Mi hermano es bastante friolero, no puede salir sin abrigo en invierno.
(Ο αδελφός μου είναι αρκετά ευαίσθητος στο κρύο, δεν μπορεί να βγει χωρίς μπουφάν τον χειμώνα.)
El clima aquí es demasiado para un friolero como yo.
(Ο καιρός εδώ είναι πολύ δύσκολος για έναν ευαίσθητο στο κρύο σαν εμένα.)
Η λέξη friolero προέρχεται από την ισπανική λέξη frío που σημαίνει "κρύο", και το κατάληξη -ero, που αναφέρεται σε αυτούς που είναι υπό την επιρροή ενός χαρακτηριστικού (στην περίπτωση αυτή, του κρύου).
Συνώνυμα:
- Frío (κρύος)
- Frigolento (υπερευαίσθητος στο κρύο)
Αντώνυμα:
- Caliente (ζεστός)
- Caloroso (θερμός)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια πλήρη κατανόηση της λέξης friolero και της χρήσης της στην ισπανική γλώσσα.