Η λέξη "frivolidad" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
Η φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου είναι: /fɾiβo.liˈðað/
Η "frivolidad" χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση ή συμπεριφορά που χαρακτηρίζεται από επιπολαιότητα, ελαφρότητα ή έλλειψη σημασίας και σοβαρότητας. Συχνά αναφέρεται σε πράξεις ή σκέψεις που δεν λαμβάνουν υπόψη τις συνέπειες και δεν είναι σοβαρές. Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά και στους δύο τύπους ομιλίας, προφορικά και γραπτά, χωρίς να υπάρχει αξιοσημείωτη διαφορά στη συχνότητα.
Η επιπολαιότητα στις αποφάσεις του του έχει φέρει πολλά προβλήματα.
No podemos permitirnos la frivolidad en un tema tan serio.
Η λέξη "frivolidad" χρησιμοποιείται επίσης σε ιδιωματικές εκφράσεις, που προσδιορίζουν χαρακτηριστικές συμπεριφορές ή καταστάσεις:
Κάποιες φορές, η επιπολαιότητα των ανθρώπων μπορεί να είναι εκπληκτική.
La frivolidad en ciertas conversaciones puede llevar a malentendidos.
Η επιπολαιότητα σε ορισμένες συζητήσεις μπορεί να οδηγήσει σε παρεξηγήσεις.
No hay espacio para la frivolidad en el trabajo.
Δεν υπάρχει χώρος για την επιπολαιότητα στη δουλειά.
La frivolidad de la moda cambia constantemente.
Η επιπολαιότητα της μόδας αλλάζει συνεχώς.
Muchas veces, la frivolidad es solo una forma de evadir la realidad.
Η λέξη "frivolidad" προέρχεται από το λατινικό "frivolus", που σημαίνει "εύθραυστος, χωρίς αξία". Από εκεί προήλθε το κάλεσμα για την περιγραφή μιας ευάλωτης και ελαφριάς φύσης.
Συνώνυμα: - ligereza (ελαφρότητα) - superficialidad (επιφανειακότητα)
Αντώνυμα: - seriedad (σοβαρότητα) - profundidad (βάθος)