Ο συνδυασμός "fruta prohibida" είναι μια φράση που αποτελείται από δύο ουσιαστικά: "fruta" (φρούτο) και "prohibida" (απαγορευμένη).
/fru.ta pro.i.bi.ðaða/
Η φράση "fruta prohibida" αναφέρεται συχνά σε κάτι που είναι επιθυμητό αλλά απαγορευμένο ή επικίνδυνο. Χρησιμοποιείται και μεταφορικά για να περιγράψει καταστάσεις, σχέσεις ή επιθυμίες που είναι καθησυχαστικές αλλά έχουν ανησυχητικές συνέπειες. Η χρήση της φράσης είναι συχνή τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, ειδικά σε λογοτεχνικά ή φιλοσοφικά κείμενα.
La "fruta prohibida" es a menudo tentadora, aunque peligrosa.
Το «απαγορευμένο φρούτο» είναι συχνά δελεαστικό, αν και επικίνδυνο.
En algunas culturas, el amor entre personas del mismo sexo se considera "fruta prohibida".
Σε κάποιες κουλτούρες, η αγάπη ανάμεσα σε άτομα του ίδιου φύλου θεωρείται «απαγορευμένο φρούτο».
Η φράση "fruta prohibida" χρησιμοποιείται επίσης σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν μερικές:
No digas que no te gusta la "fruta prohibida", todos lo sabemos.
Μην λες ότι δεν σου αρέσει το «απαγορευμένο φρούτο», όλοι το ξέρουμε.
A menudo, la "fruta prohibida" atrae más que lo permitido.
Συχνά, το «απαγορευμένο φρούτο» έλκει περισσότερο από αυτό που επιτρέπεται.
Ella siempre busca la "fruta prohibida" en sus relaciones.
Αυτή πάντα ζητά το «απαγορευμένο φρούτο» στις σχέσεις της.
Η λέξη "fruta" προέρχεται από το λατινικό "fructus" που σημαίνει καρπός ή απόληψη, ενώ "prohibida" προέρχεται από το λατινικό "prohibere", που σημαίνει «απαγορεύω». Συνδυάζοντας αυτές τις δύο έννοιες, σχηματίζεται η φράση που τονίζει την αντίθεση ανάμεσα στη επιθυμία και την απαγόρευση.