Η λέξη "fuelle" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή με τη χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου: /ˈfwe.ʎe/
Η λέξη "fuelle" αναφέρεται σε αντικείμενα που μπορούν να αποθηκεύουν και να ελευθερώνουν αέρα ή άλλα αέρια. Στην καθημερινή χρήση, μπορεί να αναφέρεται και σε αξεσουάρ (όπως φουλάρια) που χρησιμοποιούνται για διάφορους σκοπούς. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως στον τεχνικό τομέα, αλλά και στην καθημερινή γλώσσα.
Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια, με περισσότερη χρήση σε γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε τεχνικά κείμενα. Στον προφορικό λόγο, χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά, αλλά είναι κατανοητή.
(Ο φυσητήρας χρησιμοποιείται για να αυξήσει την πίεση του αέρα στη σακούλα.)
Él siempre lleva un fuelle de cuero para tocar el acordeón.
(Πάντα φέρνει μαζί του ένα φουλάρι από δέρμα για να παίζει το ακορντεόν.)
Con el fuelle, el fuego se avivará rápidamente.
Η λέξη "fuelle" δεν είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να συνδυαστεί σε κάποιες φράσεις που χρησιμοποιούνται στον τεχνικό τομέα ή σε δραστηριότητες όπου η λέξη προκύπτει σε διαφορετικά συμφραζόμενα.
(Δουλεύω σαν φυσητήρας.) - Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που εργάζεται σκληρά και συνεχώς.
Sacar el fuelle.
Η λέξη "fuelle" προέρχεται από το λατινικό "follis," που σημαίνει "φυσάω" ή "μούδιασμα", που σχετίζεται με την έννοια της πίεσης του αέρα και του βηματισμού.
αεροστόμιο
Αντώνυμα:
Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μια συνολική εικόνα της λέξης "fuelle" και των χρήσεών της στη γλώσσα ισπανικά.