fuente - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

fuente (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μελέτη της λέξης "fuente"

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

ˈfwente

Σημασίες και Χρήσεις

Η λέξη "fuente" στα ισπανικά μπορεί να έχει τις ακόλουθες σημασίες: 1. Πηγή (συχνά υδάτινη). 2. Πηγή (π.χ. πηγή πληροφοριών ή ιδεών). 3. Γραμματοσειρά.

Χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς, όπως σε περιγραφές τοπίων, σε άρθρα ή κείμενα που αναφέρονται σε πηγές πληροφοριών, και σε σχετικά με θέματα σχετικά με την τύπο.

Χρήση της λέξης σε φράσεις

  1. La fuente de la plaza estaba decorada con flores. (Η πηγή της πλατείας ήταν διακοσμημένη με λουλούδια).
  2. La fuente de información proporcionó datos útiles para la investigación. (Η πηγή πληροφοριών παρείχε χρήσιμα δεδομένα για την έρευνα).

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "fuente" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά. Μερικά παραδείγματα είναι: 1. "Ser fuente de" (είμαι πηγή): - María es fuente de inspiración para todos nosotros. (Η Μαρία είναι πηγή έμπνευσης για όλους μας).

  1. "De fuente segura" (από αξιόπιστη πηγή):
  2. Según una fuente segura, el proyecto continuará como estaba planeado. (Σύμφωνα με αξιόπιστη πηγή, το σχέδιο θα συνεχιστεί όπως είχε προγραμματιστεί).

  3. "Fuente inagotable" (απεριόριστη πηγή):

  4. Su biblioteca es una fuente inagotable de conocimiento. (Η βιβλιοθήκη του είναι απεριόριστη πηγή γνώσεων).

Ετυμολογία

Η λέξη "fuente" προέρχεται από τα λατινικά "fons, fontis".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: manantial, origen, nacimiento
Αντώνυμα: destino, final, conclusión

Ας δούμε πώς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη λέξη "fuente" στον ισπανικό λόγο και πώς μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα το πλούτο της γλώσσας.