Η φράση "fuera de" είναι μια προθετική φράση, που χρησιμοποιείται για να δηλώσει την έξοδο ή την εκτός ενός συγκεκριμένου χώρου ή πλαισίου.
/fwe̞ɾa ðe/
Η φράση "fuera de" χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει κάτι που βρίσκεται εκτός ενός καθορισμένου χώρου ή πλαισίου, είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά. Η χρήση της είναι κοινή και εμπίπτει και στους δύο τύπους λόγου, ωστόσο είναι πιο συχνά απαντώμενη σε γραπτό κείμενο.
Δε μπορώ να βγω έξω από το σπίτι σήμερα.
El perro está fuera de la casa.
Ο σκύλος είναι έξω από το σπίτι.
Fuera de la oficina, no puedo concentrarme.
Η φράση "fuera de" χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Εδώ είναι μερικές πιο χαρακτηριστικές:
"Εκτός τόπου." (Χρησιμοποιείται όταν κάτι δεν είναι κατάλληλο για την κατάσταση ή το περιβάλλον.)
Fuera de control.
"Έξω από έλεγχο." (Για να περιγράψει καταστάσεις που δεν μπορούν να διαχειριστούν.)
Fuera de serie.
"Εκτός σειράς." (Αναφέρεται σε κάτι που είναι εξαιρετικό ή μοναδικό.)
Fuera de contexto.
"Εκτός πλαισίου." (Χρησιμοποιείται όταν κάτι έχει αφαιρεθεί από το αρχικό του πλαίσιο ή σημασία.)
Fuera de vista.
Η συμπεριφορά του ήταν εκτός τόπου στη συνεδρίαση.
La situación se volvió fuera de control rápidamente.
Η κατάσταση έγινε έξω από έλεγχο γρήγορα.
Ese artista es realmente fuera de serie.
Αυτός ο καλλιτέχνης είναι πραγματικά εκτός σειράς.
Tomar su consejo fuera de contexto puede llevar a malentendidos.
Η φράση "fuera de" προέρχεται από την ισπανική γλώσσα, όπου "fuera" είναι το επίθετο που σημαίνει "έξω" και "de" είναι η πρόθεση που σημαίνει "από".
Συνώνυμα: - “en fuera de” (σ’ έξω από) - “al margen de” (στο περιθώριο του)
Αντώνυμα: - “dentro de” (μέσα από) - “en” (σε)