Ρήμα
/fulɡuˈɾaɾ/
Η λέξη "fulgurar" χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια έντονη, διαπεραστική λάμψη ή φωτισμό. Συχνά συνδέεται με την ιδέα της στιγμιαίας ή έκτακτης εκδήλωσης φωτός, όπως το φως των αστεριών ή μιας αστραπής. Στη γλώσσα των Ισπανικών, χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο και λιγότερο σε προφορικό. Η συχνότητα χρήσης δεν είναι πολύ υψηλή, αλλά είναι παρούσα σε λογοτεχνικά και κωμικά κείμενα.
Ο ήλιος μπορεί να λάμπει στον ορίζοντα κατά την ανατολή.
Las estrellas fulguran en la noche oscura.
Τα αστέρια λάμπουν στη σκοτεινή νύχτα.
El relámpago fulgura antes del trueno.
Η λέξη "fulgurar" δεν είναι τόσο συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε μεταφορικά συμφραζόμενα.
Εκείνη πάντα ήξερε να ξεχωρίζει στον κόσμο της τέχνης.
"Fulgurar como una estrella"
Η λέξη "fulgurar" προέρχεται από τη λατινική λέξη "fulgurare", που σημαίνει "να λάμπει", "να φωτίζει" και σχετίζεται με το "fulgur", που σημαίνει "αστραπή" ή "λάμψη".
Συνώνυμα: - Brillar - Relucir - Resplandecer
Αντώνυμα: - Apagar - Oscurecer - Desvanecerse