Fundirse είναι ρήμα στην ισπανική γλώσσα.
Φωνητική μεταγραφή: /funˈdiɾ.se/
Η λέξη fundirse χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία όπου ένα στερεό υλικό μετατρέπεται σε υγρή κατάσταση λόγω θέρμανσης ή για να δηλώσει την διαδικασία συγχώνευσης ή συνένωσης διαφόρων στοιχείων. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να παρατηρηθεί μεγαλύτερη συχνότητα χρήσης της σε τεχνικά ή επιστημονικά κείμενα.
Ο πάγος λιώνει όταν θερμαίνεται.
Las empresas decidieron fundirse para ser más competitivas.
Η λέξη fundirse χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Έγινα έξαλλος όταν είδα τι είχε συμβεί.
Fundirse con la multitud
Είναι εύκολο να ενσωματωθείς με το πλήθος σε μια συναυλία.
Fundirse en un abrazo
Η λέξη προέρχεται από το λατινικό fundere που σημαίνει "λιώνω" ή "ρενώ".
Συνώνυμα: - Derretirse - Mezclarse - Fusionar
Αντώνυμα: - Congelarse - Separarse - Dividirse
Η λέξη fundirse είναι πολύπλευρη και χρησιμοποιείται σε πληθώρα συμφραζομένων, εξυπηρετώντας διάφορους σκοπούς και νοήματα στη καθημερινή χρήση.