Το "funerario" είναι επίθετο.
/fu.ne.'ɾa.ɾjo/
Η λέξη "funerario" αναφέρεται σε ό,τι σχετίζεται με την κηδεία, τους θανάτους και τις σχετικές τελετές ή υπηρεσίες. Συνήθως χρησιμοποιείται σε συμφραζόμενα που αφορούν σχετικά επαγγέλματα (π.χ. κηδεία), αλλά και σε υπηρεσίες και προϊόντα που σχετίζονται με τον θάνατο.
La empresa funeraria se encargó de todo el proceso.
Η κηδεία ανέλαβε όλη τη διαδικασία.
Los servicios funerarios son importantes en nuestra cultura.
Οι κηδειακές υπηρεσίες είναι σημαντικές στην κουλτούρα μας.
Ella optó por un servicio funerario sencillo pero respetuoso.
Αυτή επέλεξε μια απλή αλλά σεβαστή κηδεία.
Στη γλώσσα Ισπανικά, η λέξη "funerario" χρησιμοποιείται σε διάφορες εκφράσεις:
"Los negocios funerarios se han adaptado a las nuevas necesidades de la sociedad."
(Οι κηδεία επιχειρήσεις έχουν προσαρμοστεί στις νέες ανάγκες της κοινωνίας.)
Cultura funeraria
(Κηδεία κουλτούρα)
"La cultura funeraria varía de un país a otro."
(Η κηδεία κουλτούρα ποικίλει από χώρα σε χώρα.)
Servicios funerarios integrales
(Ολοκληρωμένες κηδειές υπηρεσίες)
"Ofrecen servicios funerarios integrales que cubren todas las necesidades."
(Προσφέρουν ολοκληρωμένες κηδεές υπηρεσίες που καλύπτουν όλες τις ανάγκες.)
Planificación funeraria
(Κηδέια σχεδιασμός)
Η λέξη "funerario" προέρχεται από το λατινικό "funerarius", το οποίο σχετίζεται με τον θάνατο και τις κηδείες.