Η λέξη "furia" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "furia" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /ˈfu.ɾi.a/
Η λέξη "furia" μεταφράζεται στα ελληνικά ως "οργή" ή "θυμός".
Η λέξη "furia" αναφέρεται γενικά σε μια κατάσταση έντονης οργής ή θυμού. Χρησιμοποιείται αρκετά συχνά στη γλώσσα των Ισπανόφωνων, κυρίως σε προφορικό λόγο αλλά και σε γραπτό κείμενο. Η χρήση της ενδέχεται να ποικίλλει ανάλογα με το συμφραζόμενο, αλλά γενικά αποδίδει μια αίσθηση αυτοελέγχου ή απουσίας αυτού.
Él me miró con furia.
(Με κοίταξε με οργή.)
La furia de la tormenta nos sorprendió.
(Η οργή της καταιγίδας μας εξέπληξε.)
No dejes que la furia te controle.
(Μην αφήνεις την οργή να σε ελέγξει.)
Η λέξη "furia" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις, δείχνοντας ενίοτε την δύναμη ή την ένταση ενός συναισθήματος.
Estar en una furia.
(Να βρίσκεσαι σε κατάσταση οργής.)
Μην μιλάς con él, está en una furia.
(Μην μιλάς μαζί του, είναι σε κατάσταση οργής.)
Desatar la furia.
(Απελευθέρωσε την οργή.)
El injusto trato desató su furia.
(Η άδικη μεταχείριση απελευθέρωσε την οργή του.)
Guardar la furia.
(Να κρατάς την οργή.)
Es mejor guardar la furia y no reaccionar impulsivamente.
(Είναι καλύτερο να κρατήσεις την οργή και να μην αντιδράσεις παρορμητικά.)
Furia contenida.
(Κρατημένη οργή.)
La furia contenida puede ser peligrosa.
(Η κρατημένη οργή μπορεί να είναι επικίνδυνη.)
Η λέξη "furia" προέρχεται από το λατινικό "furia", το οποίο σημαίνει "οργή" ή "θύελλα". Το ριζικό της προέρχεται από το ρήμα "furere", που σημαίνει "τρελαίνομαι" ή "είμαι σε κατάσταση οργής".
Συνώνυμα: ira, rabia, enojo
Αντώνυμα: calma, serenidad, paz