Η λέξη "furibundo" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή στη διεθνής φωνητική αλφάβητο (IPA): /fuɾiˈβundo/
Η λέξη "furibundo" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο που είναι εξαιρετικά θυμωμένο ή οργισμένο. Χρησιμοποιείται συχνά σε δραματικές ή έντονες καταστάσεις. Στη γλώσσα των Ισπανών, η χρήση της λέξης είναι συχνή και μπορεί να εμφανιστεί περισσότερο σε γραπτό κείμενο, ειδικά σε λογοτεχνία ή δημοσιογραφικά κείμενα, παρά σε καθημερινές συνομιλίες.
Ο οργισμένος διάλογος για την πολιτική έχει διχάσει τη δημόσια γνώμη.
Estaba furibundo por la injusticia ocurrida en el trabajo.
Ήταν οργισμένος από την αδικία που συνέβη στη δουλειά.
El cliente furibundo exigió hablar con el gerente.
Η λέξη "furibundo" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν ορισμένα παραδείγματα:
Μια οργισμένη λεκτική επίθεση.
Hizo un furibundo escándalo en la reunión.
Έκανε μια εξοργισμένη αναστάτωση στη συνάντηση.
Su furibunda crítica fue muy bien recibida.
Η οργισμένη κριτική του έγινε πολύ καλά δεκτή.
El furibundo fanático no aceptó otras opiniones.
Ο οργισμένος φανατικός δεν δέχτηκε άλλες γνώμες.
La furibunda discusión continuó toda la noche.
Η οργισμένη συζήτηση συνεχίστηκε όλη τη νύχτα.
Recibí un furibundo mensaje de texto en la madrugada.
Η λέξη "furibundo" προέρχεται από το λατινικό "furibundus", που σημαίνει "φλεγόμενος από θυμό".
Συνώνυμα: - airado - colérico - enardecido
Αντώνυμα: - tranquilo - sereno - apacible