Μέρος του λόγου: ουσιαστικό
Φωνητική απόδοση στο Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο: /ˈgaxe/
Σημασίες: 1. Στην Ισπανία, αυτή η λέξη χρησιμοποιείται ως χρονικό συγκροτημα, παρόμοιο με το "πάτο". Χρησιμοποιείται για να αναφερθεί στις χαμηλότερες η και πιο δύσκολες δουλειές ή εργασίες. 2. Στη Λατινική Αμερική, το "gaje" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που γενικά αποφεύγει την εργασία ή που περνάει ώρες ολόκληρες κοιμώμενος.
Συχνότητα Χρήσης/Συμβατικότητα: Το "gaje" χρησιμοποιείται σπάνια στην ισπανική γλώσσα και συνήθως σε προφορικές εκφράσεις που είναι πιο καθιερωμένες σε συγκεκριμένες κοινότητες.
Παραδείγματα: 1. "En este trabajo, siempre me dan el gaje de limpiar los baños." (Σε αυτή τη δουλειά, πάντα μου δίνουν το "gaje" να καθαρίζω τα μπάνια.) 2. "Jorge prefiere dormir todo el día y evitar el gaje de arreglar la casa." (Ο Χόρχε προτιμά να κοιμάται όλη μέρα και να αποφεύγει την εργασία του να φτιάχνει το σπίτι.)
Ετυμολογία: Ορίστηκε από το Ετυμολογικό Λεξικό της Ισπανικής Γλώσσας ως λέξη άγνωστης προέλευσης.
Συνώνυμα: - Δουλειά - Καθήκον - Εργασία
Αντώνυμα: - Διασκέδαση - Αδράνεια