Η λέξη "gamba" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "gamba" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /ˈɡamba/.
Η λέξη "gamba" χρησιμοποιείται κυρίως για να αναφερθεί στο μέρος του σώματος που είναι τοπόθεση του ποδιού, δηλαδή η γάμπα. Στο πλαίσιο της ζώολογίας, "gamba" μπορεί να αναφέρεται στις περιφερειακές δομές των ζώων, όπως τα πόδια των αρθρόποδων. Στην καθημερινή χρήση, η λέξη είναι συχνά παρούσα τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ωστόσο, οι συζητήσεις για το ανθρώπινο σώμα ή τις κτηνιατρικές αναφορές συχνά φέρνουν τη λέξη "gamba" περισσότερο στο προσκήνιο.
La gamba de Juan es muy fuerte.
(Η γάμπα του Χουάν είναι πολύ δυνατή.)
Ella se torció la gamba mientras corría.
(Αυτή στραμπουληξε τη γάμπα της ενώ έτρεχε.)
Η λέξη "gamba" μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα, κυρίως στην Κολομβία και σε άλλες ισπανόφωνες χώρες.
Ponerse en las gambas
(Βλέπω ότι έχεις επιπλέον βάρος στα πόδια σου.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που νιώθει πιο βαριά ή φτωχά στη φυσική του κατάσταση.
Sin un peso en la gamba
(Χωρίς ούτε μισό ευρώ.)
Δηλώνει ότι κάποιος δεν έχει χρήματα.
Gamba de fuego
(Φλογερή γάμπα.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία κατάσταση πολύ έντονης επιθυμίας ή πάθους.
Poner las gambas en alto
(Να βάλεις το πόδι ψηλά.)
Σημαίνει να προετοιμάσεις ή να προγραμματίσεις κάτι σημαντικό για το μέλλον.
Η λέξη "gamba" προέρχεται από το λατινικό "gambā", που σημαίνει πόδι ή γάμπα. Η εξέλιξη της λέξης κρατάει τη σημασία της στήριξης και του κινήματος.
Συνώνυμα: - Pierna (πόδι) - Pantorrilla (γαμπά)
Αντώνυμα: - Cabeza (κεφάλι) - Brazo (χέρι)