ganancia - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

ganancia (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "ganancia" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/ph.ɾa.ˈnin.θja/ (στην Ισπανία) ή /ɡa.ˈnan.sja/ (σε χώρες της Λατινικής Αμερικής).

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "ganancia" αναφέρεται στην οικονομική ωφέλεια που προκύπτει από μια επένδυση, επιχείρηση ή δραστηριότητα. Χρησιμοποιείται συχνά στον τομέα της οικονομίας και των επιχειρήσεων. Συνηθίζεται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και είναι πιο συχνή σε οικονομικά κείμενα και αναφορές.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La ganancia de la empresa aumentó este año.
  2. Το κέρδος της επιχείρησης αυξήθηκε φέτος.

  3. Es importante calcular la ganancia antes de invertir.

  4. Είναι σημαντικό να υπολογίσετε το κέρδος πριν επενδύσετε.

  5. La ganancia neta es diferente de la ganancia bruta.

  6. Το καθαρό κέρδος διαφέρει από το μικτό κέρδος.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "ganancia" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. No hay ganancia sin riesgo.
  2. Δεν υπάρχει κέρδος χωρίς ρίσκο.

  3. A mayor ganancia, mayor esfuerzo.

  4. Όσο μεγαλύτερο το κέρδος, τόσο μεγαλύτερη η προσπάθεια.

  5. Invertir para ganar ganancias.

  6. Επενδύω για να κερδίσω κέρδη.

  7. Las ganancias son el resultado del trabajo duro.

  8. Τα κέρδη είναι το αποτέλεσμα της σκληρής δουλειάς.

  9. La ganancia a largo plazo es más importante que la inmediata.

  10. Το μακροπρόθεσμο κέρδος είναι πιο σημαντικό από το άμεσο.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "ganancia" προέρχεται από το ρήμα "ganar", το οποίο σημαίνει "να κερδίσω" στα Ισπανικά. Έχει τις ρίζες της στα Λατινικά, από το "ganare", που επίσης σημαίνει "να κερδίσω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Beneficio (όφελος) - Utilidad (χρησιμότητα)

Αντώνυμα: - Pérdida (ζημία) - Desventaja (μειονέκτημα)



22-07-2024