Το "garfio" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "garfio" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι /ˈɡarfi.o/.
Η λέξη "garfio" μπορεί να μεταφραστεί ως "γάντζος" ή "καλάμι" ανάλογα με το πλαίσιο.
Η λέξη "garfio" αναφέρεται σε έναν γάντζο ή σε ένα εργαλειο που χρησιμοποιείται για να πιαστεί κάτι, συνήθως σε χειρονακτικές εργασίες ή στην αλιεία. Στη ναυτική ορολογία, μπορεί να αναφέρεται σε γάντζο που χρησιμοποιείται για να πιάσει ή να κρατήσει αντικείμενα σε πλοία.
Η λέξη χρησιμοποιείται περισσότερο στον προφορικό λόγο αλλά και σε γραπτές περιγραφές. Η συχνότητα χρήσης είναι μέτρια.
El marinero utilizó un garfio para atrapar el pez.
(Ο ναυτικός χρησιμοποίησε έναν γάντζο για να πιάσει το ψάρι.)
Con el garfio, logró agarrar el objeto que se cayó al agua.
(Με τον γάντζο, κατάφερε να πιάσει το αντικείμενο που έπεσε στο νερό.)
El garfio es una herramienta esencial en la pesca.
(Ο γάντζος είναι ένα απαραίτητο εργαλείο στην αλιεία.)
Η λέξη "garfio" δεν είναι πολύ συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες μεταφορικές φράσεις:
Tener un garfio en el corazón.
(Να έχεις έναν γάντζο στην καρδιά.)
Συμβολίζει το να είσαι προσκολλημένος σε κάποιον ή σε μια κατάσταση που σου προκαλεί πόνο.
Agarrar con garfio lo que se pierde.
(Να πιάσεις με γάντζο ό,τι χάνεται.)
Υποδηλώνει την ικανότητα να αποκαθιστάς κάτι που έχει χαθεί ή να επανεκκινείς μια κατάσταση.
Sin garfio, no hay pesca.
(Χωρίς γάντζο, δεν υπάρχει ψάρεμα.)
Δηλώνει ότι χωρίς τα κατάλληλα εργαλεία ή προετοιμασία, δεν μπορείς να πετύχεις τους στόχους σου.
Η λέξη "garfio" προέρχεται από την παλαιότερη ισπανική λέξη "garfion", που σχετίζεται με το ρήμα "garfiar", που σημαίνει να πιάσεις ή να πιαστείς. Η ρίζα της αναφέρεται σε γάντζους που χρησιμοποιούνταν παλαιότερα.
Συνώνυμα:
- Ganchos (γάτζοι)
- Anzuelo (καρφίτσα ή αγκίστρι)
Αντώνυμα:
- Desprender (να αποδεσμεύσεις)
- Liberar (να ελευθερώσεις)