Garita είναι ουσιαστικό.
/ɡaˈɾita/
Η λέξη garita αναφέρεται συνήθως σε έναν μικρό θάλαμο ή χώρο που χρησιμοποιείται παραδοσιακά για επιτήρηση ή φύλαξη, συχνά σε στρατιωτικές ή αστυνομικές εγκαταστάσεις. Σε στρατιωτικό πλαίσιο, οι garitas είναι στρατηγικά τοποθετημένες για να παρακολουθούν και να ελέγχουν την προσπέλαση σε περιοχές που απαιτούν ασφάλεια. Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή στον γραπτό λόγο, ειδικά σε στρατιωτικά ή κυβερνητικά κείμενα.
Ο στρατιώτης βρίσκεται στο φυλάκιο, επιτηρώντας την είσοδο.
Durante la noche, la garita se convierte en un lugar crucial para la seguridad.
Η λέξη garita δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε φράσεις που σχετίζονται με την ασφάλεια ή την επιτήρηση:
"Να είσαι στο φυλάκιο" σημαίνει να είσαι σε κατάσταση παρακολούθησης ή να έχεις πρόσβαση σε πληροφορίες.
"Mando desde la garita" αναφέρεται στη λήψη αποφάσεων από ένα ασφαλές σημείο ή τη διαδικασία της επιτήρησης.
"Δίνω εντολές από το φυλάκιο" αναφέρεται στη λήψη αποφάσεων από ένα ασφαλές σημείο ή τη διαδικασία της επιτήρησης.
"No te acerques a la garita sin autorización" σημαίνει ότι δεν πρέπει να πλησιάσεις ένα φυλάκιο χωρίς άδεια.
Η λέξη garita προέρχεται από το γαλλικό garite, που σημαίνει "θάλαμος" ή "φύλακας", προερχόμενο από τη λατινική λέξη garita, η οποία συνδέεται με την έννοια της επιτήρησης.
Συνώνυμα: - Fuerte - Torreta - Cuartel
Αντώνυμα: - Descuido (αμέλεια) - Desprotección (μη προστασία)
Η λέξη garita συνδέεται στενά με την έννοια της επιτήρησης και ασφάλειας, κυρίως σε στρατιωτικά και ασφαλιστικά πλαίσια.