Η λέξη "garrapata" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "garrapata" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /ɡa.raˈpa.ta/.
Η "garrapata" αναφέρεται σε ένα παράσιτο που ανήκει στην οικογένεια των αραχνοειδών, συγκεκριμένα τα τσιμπούρια. Αυτά τα έντομα είναι γνωστά για την ικανότητά τους να προσκολλώνται σε ζώα και ανθρώπους, όπου θρέφονται με αίμα. Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε ιατρικά συμφραζόμενα, καθώς τα τσιμπούρια μπορούν να μεταδώσουν ασθένειες. Η χρήση της είναι σχετικά κοινή, κυρίως στη γραπτή μορφή, αν και μπορεί να ακούγεται και στην καθημερινή συνομιλία, ιδιαίτερα σε αγροτικές ή φυσικές περιοχές.
Las garrapatas pueden transmitir enfermedades peligrosas a los animales.
(Τα τσιμπούρια μπορούν να μεταδώσουν επικίνδυνες ασθένειες στα ζώα.)
Es importante revisar a las mascotas por garrapatas después de pasear por el campo.
(Είναι σημαντικό να ελέγχετε τα κατοικίδια για τσιμπούρια αφού περπατήσουν στο χωράφι.)
Η λέξη "garrapata" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε συγκεκριμένες φράσεις ή ιδιωματισμούς, αλλά μπορεί να αναφέρεται σε καταστάσεις που αφορούν αγροτική ζωή ή την παρακολούθηση ζώντων οργανισμών. Ωστόσο, μπορεί να συνδυαστεί σε εκφράσεις που σχετίζονται με την προσοχή προς την υγεία των ζώων.
"Tener garrapatas es un problema común en los perros."
(Το να έχει τσιμπούρια είναι ένα κοινό πρόβλημα στα σκυλιά.)
"Los agricultores deben estar atentos a las garrapatas en sus animales."
(Οι αγρότες πρέπει να προσέχουν τα τσιμπούρια στα ζώα τους.)
Η λέξη "garrapata" προέρχεται από την αραβική λέξη "جَرابة" (ǧarāba), η οποία σημαίνει "τσιμπούρι". Η χρήση της στη γλώσσα έχει επιβιώσει, εξελισσόμενη μέσα στους αιώνες.
Συνώνυμα: - ácaro (ακάρι)
Αντώνυμα: - Δεν υπάρχουν ακριβή αντώνυμα στη γλώσσα αυτή, καθώς η "garrapata" αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο είδος παρασίτου.