Garrote είναι ουσιαστικό (m).
Фωνητική μεταγραφή: /ɡaˈrote/
Η λέξη garrote αναφέρεται σε μια μέθοδο εκτέλεσης ή σε ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται για στραγγαλισμό. Στην Ισπανία, είναι επίσης γνωστή ως τεχνική εκτέλεσης που χρησιμοποιούνταν σε προηγούμενες εποχές. Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, κυρίως σε νομικά ή ιστορικά κείμενα.
El prisionero fue ejecutado con un garrote.
(Ο φυλακισμένος εκτελέστηκε με ένα γαρρότ.)
El uso del garrote es un tema controvertido en la historia del derecho penal.
(Η χρήση του γαρρότ είναι ένα αμφιλεγόμενο θέμα στην ιστορία του ποινικού δικαίου.)
Η λέξη garrote δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, υπάρχουν μερικές περιπτώσεις όπου μπορεί να ενσωματωθεί σε παροιμίες ή γνωμικά. Παραδείγματα περιλαμβάνουν:
"No hay nada más eficaz que un garrote en manos equivocadas."
(Δεν υπάρχει τίποτα πιο αποτελεσματικό από ένα γαρρότ σε λάθος χέρια.)
"A veces, el garrote es más convincente que las palabras."
(Μερικές φορές, το γαρρότ είναι πιο πειστικό από τις λέξεις.)
"El garrote de la justicia puede ser lento, pero siempre llega."
(Το γαρρότ της δικαιοσύνης μπορεί να είναι αργό, αλλά πάντα φτάνει.)
Η λέξη garrote προέρχεται από τη γαλλική λέξη gorrett και έχει ρίζες στην ισπανική γλώσσα που συνδέονται με την έννοια της στραγγαλιστικής δύναμης.
Συνώνυμα:
- estrangulación (στραγγαλισμός)
Αντώνυμα:
- liberación (απελευθέρωση)
- salvación (σωτηρία)