Η λέξη "gasa" είναι ουσιαστικό.
/gasa/
Η λέξη "gasa" στα Ισπανικά αναφέρεται κυρίως σε ένα λεπτό, διαφανές ύφασμα, το οποίο χρησιμοποιείται συχνά σε ιατρικές εφαρμογές, όπως για την κάλυψη πληγών. Επιπλέον, μπορεί να αναφέρεται και σε υφάσματα που χρησιμοποιούνται στη μόδα ή σε άλλες τέχνες. Η εμφάνιση της λέξης "gasa" είναι αρκετά συχνή και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, ωστόσο η χρήση της μπορεί να είναι πιο συχνή σε ιατρικά ή βιομηχανικά συμφραζόμενα.
La enfermera aplicó una gasa sobre la herida.
(Η νοσοκόμα έβαλε μια γάζα πάνω από την πληγή.)
Compré gasa para hacer vendas caseras.
(Αγόρασα γάζα για να φτιάξω αυτοσχέδιες επιδέσμους.)
Η λέξη "gasa" χρησιμοποιείται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά αυτές είναι πιο περιορισμένες σε σχέση με άλλες λέξεις. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα χρήσης:
Estar como una gasa.
(Να είσαι πολύ άσχημα ή να βρίσκεσαι σε δύσκολη κατάσταση.)
Η έκφραση αυτή υποδηλώνει μια κατάσταση ευαλωτότητας ή αδυναμίας.
Pasar la gasa.
(Να περάσεις κάποιον από μια δοκιμασία.)
Αυτή η φράση χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος επιτυχώς ξεπερνά μια δύσκολη κατάσταση.
Η λέξη "gasa" προέρχεται από τα αραβικά "قَصَبَة" (qaṣabah), που σημαίνει "ευαίσθητο ύφασμα" και έχει ασπαστεί διάφορες γλώσσες και περιφέρειες.