gasoil - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

gasoil (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "gasoil" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/ɡaˈsoil/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το "gasoil" αναφέρεται κυρίως σε ένα είδος καυσίμου που προέρχεται από το πετρέλαιο και χρησιμοποιείται κυρίως σε κινητήρες ντίζελ, καθώς και σε βιομηχανικές διαδικασίες. Στη γλώσσα των στρατιωτικών, η αναφορά στο "gasoil" μπορεί να συνδέεται με τη λειτουργία στρατιωτικών οχημάτων ή αεροσκαφών που απαιτούν αυτό το καύσιμο. Η χρήση του "gasoil" είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε έγγραφα ή εκθέσεις, αν και μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

Ιδιωματικές εκφράσεις

Αν και το "gasoil" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιαίτερες ιδιωματικές εκφράσεις, αναφορές σχετικές με την ενέργεια και τη στρατηγική μπορούν να γίνουν στις παρακάτω προτάσεις:

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "gasoil" προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων "gas" (αέριο) και "oil" (λάδι), υποδεικνύοντας ότι είναι μια υγρή μορφή καυσίμου που προέρχεται από πετρέλαιο.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Diesel - Combustible

Αντώνυμα: - Gasolina (βενζίνη), που χρησιμοποιείται γενικά σε κινητήρες βενζίνης και όχι σε ντίζελ.



23-07-2024