Η λέξη "gaviota" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "gaviota" είναι /ɡaβiˈota/.
Η λέξη "gaviota" αναφέρεται σε μια ομάδα θαλάσσιων πουλιών που ανήκουν στην οικογένεια Laridae. Συνήθως τα γλαρόνια έχουν λευκό ή καστανό χρώμα με γκρίζες φτερούγες και είναι γνωστά για την ικανότητά τους να πετούν σε άγρια θάλασσα και να ψαρεύουν ψάρια. Στα Ισπανικά, η λέξη "gaviota" χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με αρκετή συχνότητα.
Las gaviotas vuelan sobre el mar.
(Οι γλάροι πετούν πάνω από τη θάλασσα.)
Me gusta observar gaviotas en la playa.
(Μου αρέσει να παρατηρώ γλάρος στην παραλία.)
Vi una gaviota atrapada en una red.
(Είδα μια γλάρο παγιδευμένη σε ένα δίχτυ.)
Η λέξη "gaviota" δεν συνδέεται ιδιαίτερα με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να έχει κάποιες χρήσεις στην συζήτηση σχετικά με τη φύση και τα θαλάσσια πουλιά.
"Como gaviota en el mar, libre y feliz".
(Σαν γλάρος στη θάλασσα, ελεύθερος και ευτυχισμένος.)
"Gaviota viajera", refiriéndose a alguien que ama explorar nuevos lugares.
(Γλάρος ταξιδιώτης, αναφερόμενος σε κάποιον που αγαπά να εξερευνά νέα μέρη.)
"No seas gaviota, busca tu propio rumbo".
(Μην είσαι γλάρος, βρες τη δική σου πορεία.)
Η λέξη "gaviota" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "gavia", που σημαίνει επίσης γλάρος.
Συνώνυμα: - gaviota reidora (γλάρος γελούς) - gaviota común (κοινός γλάρος)
Αντώνυμα: - Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα αντώνυμα για τη λέξη "gaviota", καθώς αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο είδος πουλιού.
Αυτές οι πληροφορίες θέτουν τη λέξη "gaviota" σε ένα ευρύτερο γλωσσικό και πολιτιστικό πλαίσιο.