Η λέξη gentilhombre χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε έναν ευγενή άνδρα ή έναν άνθρωπο που επιδεικνύει ευγένεια και καλές προθέσεις. Στην ισπανική γλώσσα, έχει ιστορικό υπόβαθρο, καθώς οι ευγενείς των παλαιών χρόνων συχνά αναφέρονταν έτσι. Η χρήση της είναι πιο κοινή σε γραπτά κείμενα και σε κλασικά λογοτεχνικά έργα, παρά στον προφορικό λόγο, λόγω της αρχαϊκής της φύσης.
El gentilhombre se presentó en la corte con gran elegancia.
(Ο ευγενής άνδρας παρουσιάστηκε στην αυλή με μεγάλη κομψότητα.)
Era un gentilhombre que siempre ayudaba a los necesitados.
(Ήταν ένας ευγενής άνθρωπος που πάντα βοήθαγε τους αναγκεμένους.)
Η λέξη gentilhombre δεν χρησιμοποιείται συχνά σε καθορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις, όμως μπορεί να βρεθεί σε κλασικά κείμενα ή αινίγματα που συσχετίζουν την ευγένεια με την κοινωνική θέση.
Un gentilhombre jamás deshonra a su familia.
(Ένας ευγενής άνδρας ποτέ δεν ντροπιάζει την οικογένειά του.)
Se decía que el gentilhombre era un hombre de palabra.
(Έλεγαν ότι ο ευγενής άνδρας ήταν ένας άνθρωπος της τιμής.)
El gentilhombre de la novela era un héroe romántico.
(Ο ευγενής άνδρας της νουβέλας ήταν ένας ρομαντικός ήρωας.)
Η λέξη προέρχεται από το ιταλικό "gentil uomo", που σημαίνει "ευγενής άνθρωπος". Η ρίζα "gentil" σχετίζεται με την ευγένεια και την καταγωγή.
Caballero
Αντώνυμα: