geofísico (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Μέρος του λόγου
Ο όρος "geofísico" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική Μεταγραφή
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "geofísico" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /xe.oˈfisiko/
Χρήση στα Ισπανικά
Η λέξη "geofísico" χρησιμοποιείται στα Ισπανικά για τον όρο "γεωφυσικός". Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο.
Παραδειγματικές Προτάσεις
- Los geofísicos estudian la estructura y los procesos físicos de la Tierra. (Οι γεωφυσικοί μελετούν τη δομή και τις φυσικές διεργασίες της Γης.)
- La geofísica es una disciplina que combina la geología y la física. (Η γεωφυσική είναι μια επιστήμη που συνδυάζει γεωλογία και φυσική.)
Ετυμολογία
Η λέξη "geofísico" προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων "geo" που σημαίνει "γη" και "físico" που σημαίνει "φυσικός".
Συνώνυμα και Αντώνυμα
- Συνώνυμα: Γεωλόγος, φυσικός της Γης
- Αντώνυμα: -
Συνοπτικά, ο γεωφυσικός είναι ειδικός που μελετά τη φυσική δομή της Γης και τις αλληλεπιδράσεις της.