gestionar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

gestionar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική μεταγραφή

/gɛs.t͡ʃiˈnaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "gestionar" χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία διαχείρισης, οργάνωσης ή διεύθυνσης ενός έργου, μιας επιχείρησης, ή οποιασδήποτε άλλης διαδικασίας. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, καθώς είναι ένα κοινό ρήμα που χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ιδίως σε επαγγελματικά και οικονομικά πλαίσια.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Es importante gestionar bien los recursos de la empresa.
  2. Είναι σημαντικό να διαχειρίζεσαι καλά τους πόρους της επιχείρησης.

  3. Ella sabe gestionar su tiempo de manera eficaz.

  4. Αυτή ξέρει να διαχειρίζεται τον χρόνο της με αποτελεσματικό τρόπο.

  5. El gobierno necesita gestionar la crisis económica de forma urgente.

  6. Η κυβέρνηση χρειάζεται να διαχειριστεί την οικονομική κρίση με επείγουσα ανάγκη.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "gestionar" χρησιμοποιείται και σε ιδιωματικές εκφράσεις που αναφέρονται σε διαχείριση και οργάνωση.

Παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων

  1. Gestionar con prudencia.
  2. Διαχειρίζομαι με προσοχή.

  3. Gestionar el estrés.

  4. Διαχειρίζομαι το άγχος.

  5. Gestionar las expectativas.

  6. Διαχειρίζομαι τις προσδοκίες.

  7. Gestionar los conflictos.

  8. Διαχειρίζομαι τις συγκρούσεις.

  9. Cómo gestionar una crisis.

  10. Πώς να διαχειριστώ μια κρίση.

  11. Gestión del tiempo.

  12. Διαχείριση του χρόνου.

Ετυμολογία

Η λέξη "gestionar" προέρχεται από το λατινικό "gestio", που σημαίνει "διαχείριση, πράξη για να κάνεις κάτι". Έχει διατηρήσει σχετική σημασία στην ισπανική γλώσσα, εστιάζοντας στη διαδικασία οργανωτικής διαχείρισης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Administrar - Dirigir - Organizar

Αντώνυμα: - Abandonar - Desordenar - Improvisar



22-07-2024