Η λέξη "glándula genital" αποτελεί σύνθετη λέξη στην Ισπανική γλώσσα, αποτελούμενη από τη λέξη "glándula" (αδένας) και τη λέξη "genital" (γεννητικός).
Φωνητική μεταγραφή:
glándula genital = ɡlanˈdu.la xeneˈtal
Χρήση:
Η λέξη "glándula genital" χρησιμοποιείται στον τομέα της ιατρικής για να αναφέρεται στους γεννητικούς αδένες.
Παραδειγματικές Προτάσεις:
El cáncer de glándula genital es una preocupación para muchos hombre en todo el mundo. (Ο καρκίνος των γεννητικών αδένων αποτελεί μια ανησυχία για πολλούς άνδρες σε ολόκληρο τον κόσμο.)
El médico examinó la glándula genital en busca de anomalías. (Ο γιατρός εξέτασε το γεννητικό αδένα για ανωμαλίες.)
Ετυμολογία:
Η λέξη "genital" προέρχεται από τα Λατινικά "genitalis", που σημαίνει "που αφορά τη γέννηση ή την αναπαραγωγή".