Η λέξη "golosina" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/goloˈsina/
Η λέξη "golosina" αναφέρεται γενικά σε γλυκά ή λιχουδιές, όπως καραμέλες, σοκολάτες και άλλες γλυκές τροφές. Χρησιμοποιείται ευρέως σε καθημερινές συνομιλίες και γραπτά κείμενα σχετικά με φαγητό και γλυκίσματα. Η χρήση της στη γλώσσα Ισπανικά είναι συχνή και ενδείκνυται σε προφορικό και γραπτό λόγο, αλλά συναντάται πιο συχνά στο προφορικό λόγω των κοινωνικών πτυχών που αφορούν γλυκά και καταναλωτικές συνήθειες.
Me gustan mucho las golosinas que venden en la tienda.
(Μου αρέσουν πολύ οι λιχουδιές που πωλούνται στο μαγαζί.)
Los niños siempre piden golosinas después de la cena.
(Τα παιδιά πάντα ζητούν γλυκά μετά το δείπνο.)
En la fiesta había muchas golosinas para todos.
(Στο πάρτι υπήρχαν πολλές λιχουδιές για όλους.)
Η λέξη "golosina" δεν χρησιμοποιείται σε πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχει η δυνατότητα να δημιουργηθούν φράσεις που τη συμπεριλαμβάνουν.
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι πολύ νόστιμο.
"Como golosinas"
(Τρώω γλυκά.)
Συχνά λέγεται όταν αναφέρεται στη συνήθεια ανεξέλεγκτης κατανάλωσης γλυκών.
"No puedo resistir las golosinas"
(Δεν μπορώ να αντισταθώ στις λιχουδιές.)
Η λέξη "golosina" προέρχεται από το ρήμα "golear", το οποίο σημαίνει "να τρώω ανάρμοστα" ή "να καταναλώνω με λαχτάρα". Η κατάληξη "-ina" υποδηλώνει μικρό ή αγαπητό αντικείμενο.
Συνώνυμα: - Dulces (γλυκά) - Confites (καραμέλες)
Αντώνυμα: - Salado (αλατιστό) - Agrio (ξινό)