Η λέξη "goloso" είναι επίθετο στην ισπανική γλώσσα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "goloso" κατά το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /ɡoˈloso/
Η λέξη "goloso" αναφέρεται σε κάποιον που έχει μεγάλη επιθυμία ή που απολαμβάνει πολύ τα γλυκά ή τις γλυκές τροφές. Χρησιμοποιείται κοινώς στην καθημερινή ομιλία και στο γραπτό λόγο, με μια ελαφρώς μεγαλύτερη τάση στη γραπτή χρήση σε περιγραφικές περιπτώσεις, όπως κείμενα μαγειρικής ή λογοτεχνίας. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή και εκφράζει σε πολλές περιπτώσεις και την απόλαυση των γεύσεων.
"Esa tarta es para los golosos."
Αυτή η τούρτα είναι για τους γλυκαντές.
"Mi hermano es muy goloso, siempre quiere postre."
Ο αδερφός μου είναι πολύ γλυκαντής, πάντα θέλει επιδόρπιο.
Η λέξη "goloso" χρησιμοποιείται επίσης σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά:
"Ser goloso como un niño."
Να είσαι γλυκαντής όπως ένα παιδί.
(Αναφέρεται σε κάποιον που απολαμβάνει υπερβολικά τα γλυκά.)
"No seas tan goloso."
Μη γίνεσαι τόσο γλυκαντής.
(Χρησιμοποιείται για να πει σε κάποιον να μην είναι τόσο επιρρεπής ή άπληστος για γλυκά.)
"El goloso siempre encuentra el camino a la cocina."
Ο γλυκαντής πάντα βρίσκει το δρόμο προς την κουζίνα.
(Αναφέρεται σε κάποιον που έχει αδυναμία στα γλυκά.)
Η λέξη "goloso" προέρχεται από το λατινικό "gulosus," που σημαίνει "γλυκός" ή "επιρρεπής σε τροφές." Έχει χρησιμοποιηθεί ιστορικά για να περιγράψει την αγάπη για τα γλυκά και τις απολαύσεις.
"glotón" (λαίμαργος)
Αντώνυμα:
Αυτή η ανάλυση καλύπτει τις διαστάσεις της λέξης "goloso", μαζί με παραδείγματα και σχετικές πληροφορίες που προάγουν την κατανόηση και τη χρήση της.