Gorguera είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "gorguera" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι /ɡorˈɡeɾa/.
Η λέξη "gorguera" προέρχεται από το ισπανικό λεξιλόγιο και αναφέρεται σε ένα φαρδύ κολάρο που χρησιμοποιείται παραδοσιακά στη ρουχιστική τέχνη, κυρίως στην Ισπανία. Συνήθως, η γόργαρα ήταν κατασκευασμένη από υφάσματα ή δέρμα και προσέφερε προστασία ή διακοσμητική λειτουργία. Χρησιμοποιείται κυρίως σε ιστορικά ή πολιτιστικά συμφραζόμενα.
Η χρήση της είναι πιο συχνή στο γραπτό λόγο, ειδικά σε κείμενα που αφορούν την ιστορία της μόδας ή τον πολιτισμό.
La gorguera de la época medieval era un símbolo de estatus.
(Η γόργαρα της μεσαιωνικής εποχής ήταν ένα σύμβολο κατάστασης.)
En la obra de teatro, todos los actores llevaban gorgueras.
(Στη θεατρική παράσταση, όλοι οι ηθοποιοί φορούσαν γόργαρες.)
Η λέξη "gorguera" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά η παρακάτω είναι μια εξειδικευμένη χρήση της:
Llevar la gorguera puesta significa que te tomas en serio la moda.
(Το να φοράς γόργαρα σημαίνει ότι παίρνεις στα σοβαρά τη μόδα.)
Ese adorno es tan antiguo como una gorguera.
(Αυτή η διακόσμηση είναι τόσο παλιά όσο μια γόργαρα.)
Η λέξη προέρχεται από τη λατινική λέξη “cervicalis” που σημαίνει "αυτό που σχετίζεται με το λαιμό", και με το χρόνο εξελίχθηκε στην σημερινή της μορφή.
Συνώνυμα: - Κολάρο - Ζακάρ
Αντώνυμα: - Κουρελάκι (στρατιωτικός όρος για κάτι λιγότερο ελκυστικό που δεν έχει καμία διακοσμητική αξία)
Η λέξη "gorguera" έχει συγκεκριμένο νόημα και δεν έχει πολλούς συνδυασμούς με αντώνυμα.