Η λέξη "grabadora" αναφέρεται σε μία συσκευή που χρησιμοποιείται για να καταγράφει ήχο. Συνήθως χρησιμοποιείται για ηχογραφήσεις φωνών, μουσικής ή άλλων ήχων. Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή στον γραπτό λόγο, αλλά και στον προφορικό, ειδικά σε διαλόγους που αφορούν την τεχνολογία ή την καθημερινή ζωή.
Ευτυχώς, tengo una grabadora para la entrevista.
(Ευτυχώς, έχω έναν καταγραφέα για τη συνέντευξη.)
Ella usa la grabadora para documentar sus pensamientos.
(Χρησιμοποιεί τον καταγραφέα για να καταγράψει τις σκέψεις της.)
La grabadora no funcionó durante la presentación.
(Ο καταγραφέας δεν λειτούργησε κατά την παρουσίαση.)
Η λέξη "grabadora" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που να την περιλαμβάνουν, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες φράσεις που σχετίζονται με την καταγραφή ήχου ή πληροφοριών.
No olvides grabar la reunión en la grabadora.
(Μη ξεχάσεις να ηχογραφήσεις τη συνάντηση στον καταγραφέα.)
¿Puedes pasarme la grabadora para grabar esta charla?
(Μπορείς να μου δώσεις τον καταγραφέα για να ηχογραφήσω αυτή τη συζήτηση;)
Necesitamos una grabadora para registrar las notas del curso.
(Χρειαζόμαστε έναν καταγραφέα για να καταγράψουμε τις σημειώσεις του μαθήματος.)
Η λέξη "grabadora" προέρχεται από το ρήμα "grabar", που σημαίνει "καταγράφω". Είναι σχηματισμένη με την προσθήκη του επιθηματικού "-ora", που δηλώνει εργαλείο ή μέσο.
Cinta (ταινία, αν αναφέρεται σε αναλογικούς καταγραφείς)
Αντώνυμα: